Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΑ ΤΟΥ EDGAR ALLAN POE ΣΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΓΙΟΥ ΤΟΥ BRUCE LEE

 
Σαν σήμερα το 1845 δημοσιεύτηκε το διάσημο ποίημα «Το Κοράκι», του αυτοκαταστροφικού αμερικανού συγγραφέα και ποιητή Edgar Allan Poe.
Ο Poe γεννήθηκε το 1809 στη...
Βοστώνη. Ενώ ήταν πολύ μικρός, έχασε και τους δύο γονείς του και μετακόμισε στο Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια, στο σπίτι της οικογένειας του Σκωτσέζου εμπόρου καπνού, John Allan. Ο Allan από την αρχή έδειξε πολύ σκληρή και βίαιη στάση απέναντι στο νεαρό Poe, αλλά τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα όταν ο τελευταίος άρχισε να παραμελεί τα μαθήματά του και να περνάει τον περισσότερό χρόνο του χαρτοπαίζοντας. Η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Ο Poe έφυγε από το σπίτι, κατατάχθηκε στον αμερικανικό στρατό και...

το 1830 κατατάχθηκε στη στρατιωτική ακαδημία West Point, από την οποία όμως γρήγορα αποπέμφθηκε καθώς προκάλεσε σκόπιμα σκάνδαλο για να εκδικηθεί τον John Allan.  Προκειμένου να βγάλει τα προς το ζην, άρχισε να γράφει πεζά κείμενα και να παίρνει μέρος σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Αργότερα θα μετακομίσει στο σπίτι της θείας του Maria Eliza Clemm  και της ξαδέρφης του, VirginiaEliza Clemm, την οποία και θα παντρευτεί όταν εκείνη είναι μόνο 13 ετών. Στο πιστοποιητικό θα γράψουν ότι είναι 21.
Ο Poe συνεχίζει το γράψιμο, ενώ αρχίζει να εργάζεται σε εφημερίδες και περιοδικά. Το 1842 όμως η γυναίκα του παρουσιάζει τα πρώτα συμπτώματα φυματίωσης και ο Poe αδυνατώντας να το αντιμετωπίσει, το ρίχνει στο ποτό, μια αδυναμία που θα κρατήσει όλη του τη ζωή και θα τον οδηγήσει στο θάνατο.  Ωστόσο, μολονότι βρίσκεται σε μία συνεχή κατάσταση μέθης, τα διηγήματα και τα ποιήματα του διατηρούν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους και ο Poe αποκτά όλο και περισσότερη αναγνώριση, με αποκορύφωμα το «σκοτεινό» ποίημα «Το Κοράκι», το οποίο εκδόθηκε το 1845 κάνοντας τον ποιητή διάσημο σε μια στιγμή. Είναι πλέον αναμφισβήτητο πως ο Poe αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία της αστυνομικής λογοτεχνίας και των ιστοριών τρόμου και φαντασίας.
Μετά το θάνατο της Virginia, οι αυτοκαταστροφικές του τάσεις εντάθηκαν. Αρραβωνιάστηκε τη Sarah Helen Whitman, αλλά ο γάμος τους ακυρώθηκε όταν ο ποιητής εντοπίστηκε να πίνει, αν και είχε υποσχεθεί πως θα το κόψει. Όταν επέστρεψε στο Ρίτσμοντ ξαναβρήκε τον παιδικό του έρωτα, τη Sarah Elmira Royster, την οποία αρραβωνιάστηκε, αλλά ο γάμος δεν πρόλαβε να γίνει. Λίγες μέρες πριν, αποφάσισε να κάνει ένα ταξίδι στη Νέα Υόρκη περνώντας από τη Βαλτιμόρη και τη Φιλαδέλφεια. Όταν όμως έφτασε στον πρώτο σταθμό του ταξιδιού, τη Βαλτιμόρη, ήταν ήδη πολύ μεθυσμένος. Εξαφανίστηκε και βρέθηκε πέντε μέρες αργότερα να κείτεται στο κατώφλι μιας ταβέρνας. Μεταφέρθηκε γρήγορα στο νοσοκομείο, όπου και πέθανε λίγες μέρες αργότερα ύστερα από παρατεταμένο παραλήρημα. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν «Κύριε, βοήθησε τη φτωχή ψυχή μου» (Lord help my poor soul).
Δεν υπάρχει κάποιο επίσημο πιστοποιητικό θανάτου, αλλά σύμφωνα με έρευνες ο θάνατός του ήταν απόρροια του αλκοολισμού. Πολλοί είναι εκείνοι που μιλούν για σύφιλη, δηλητηρίαση ή λύσσα, αλλά η πρώτη εκδοχή φαίνεται να είναι η πιο πιθανή.
Το σκοτεινό και αυτοκαταστροφικό χαρακτήρα του ποιήματος του Poe ακολουθεί και η ταινία “The Crow” του 1994, στην οποία πρωταγωνιστεί ο γιος του Bruce Lee, Brandon Lee. Ωστόσο, ελάχιστοι γνωρίζουν πως η κατάρα του «κορακιού» έμελλε να χτυπήσει και τον ίδιο τον Brandon, ο οποίος έχασε τη ζωή του κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Ο Brandon Lee υποδυόταν τον Eric Draven, ο οποίος, σύμφωνα με το σενάριο, γύριζε σπίτι του για να βρει κάποιος κακοποιούς να ξυλοκοπούν και να βιάζουν την αγαπημένη του. Στη συνέχεια ένας από τους κακοποιούς, ο ηθοποιός Michael Massee, έπρεπε να τον πυροβολήσει.
Ένα λάθος όμως του υπευθύνου των εφέ προκάλεσε τον τραγικό θάνατο του 28χρονου τότε Brandon. Το όπλο που θα γυριζόταν η σκηνή ήταν γεμάτο καθώς είχε μείνει ένας κάλυκας στη θαλάμη….Το κορακι εμφανισθηκε αναπάντεχα.
ΤΟ ΚΟΡΑΚΙ
Once upon a midnight dreary, while I pondered weak and weary,
Over many a quaint and curious volume of forgotten lore,
While I nodded, nearly napping, suddenly there came a tapping,
As of someone gently rapping, rapping at my chamber door.
“'Tis some visitor”, I muttered, “tapping at my chamber door -
Only this, and nothing more.”

ΤΟ ΚΟΡΑΚΙ

Μετάφραση: Κώστα Ουράνη 



Κάποια φορά, μεσάνυχτα, ενώ εμελετούσα

κατάκοπος κι αδύναμος ένα παλιό βιβλίο
μιας επιστήμης άγνωστης, άκουσα ένα κρότο
σα να χτυπούσε σιγανά κανείς στη ξώπορτά μου.
«Κανένας ξένος», σκέφτηκα «οπού χτυπά τη πόρτα,
τούτο θα είναι μοναχά


και όχι τίποτ’ άλλο».

Θυμάμαι ήταν στον ψυχρό και παγερό Δεκέμβρη

και κάθε λάμψη της φωτιάς σα φάντασμα φαινόταν.
Ποθούσα το ξημέρωμα, μάταια προσπαθούσα
να δώσει με παρηγοριά στη λύπη το βιβλίο,
για τη γλυκιά Ελεονόρα μου, την όμορφη τη κόρη
όπως οι αγγέλοι τη καλούν, ενώ εδώ δεν έχει
για πάντα ούτε όνομα.



Και τ’ αλαφρό μουρμουρητό που κάναν οι κουρτίνες

με άγγιζε, με γέμιζε με τρόμους φανταχτούς,
και για να πάψει τ’ άγριο το χτύπημα η καρδιά μου
σηκώθηκα φωνάζοντας: «Θα είναι κάποιος ξένος
όπου ζητά να κοιμηθεί εδώ στη κάμαρά μου
αυτό θα είναι μοναχά


και περισσότερο όχι».

Τώρα μου φάνηκε η ψυχή πιο δυνατή για τούτο,

«Κύριε» είπα, «ή Κυρά, ζητώ να συγχωρείστε,
γιατί εγώ ενύσταζα κι ο κρότος ήταν λίγος,
ήσυχος, που δεν άκουσα εάν χτυπά η πόρτα»
κι άνοιξα στους αγέρηδες ορθάνοιχτη τη πόρτα
σκοτάδι ήταν γύρω μου


και όχι τίποτ’ άλλο.

Μες στο σκοτάδι στάθηκα ώρα πολλή μονάχος,

γεμάτος τρόμους κι όνειρα που πρώτη φορά τότε
η λυπημένη μου ψυχή στα βάθη της επήρε,
μα η σιγή ήταν άσωστη και το σκοτάδι μαύρο
κι «Ελεονόρα» μοναχά ακούγονταν η ηχώ
από τη λέξη που ‘βγαινε απ’ τα ανοιχτά μου χείλη.
Αυτό μονάχα ήτανε


και όχι τίποτ’ άλλο.

Γυρίζοντας στη κάμαρα με μια καρδιά όλο φλόγα,

άκουσα πάλι να χτυπούν πιο δυνατά από πρώτα.
«Σίγουρα κάποιος θα χτυπά από το παραθύρι,
ας πάω να δω κι ας λύσω πια ετούτο το μυστήριο,
ας ησυχάσει η μαύρη μου καρδιά και θα το λύσω,
θα είναι οι αγέρηδες


και όχι τίποτ’ άλλο.

‘Ανοιξα το παράθυρο κι ένα κοράκι μαύρο

με σχήμα μεγαλόπρεπο στη κάμαρα μου μπήκε
και χωρίς διόλου να σταθεί ή ν’ αμφιβάλλει λίγο,
επήγε και εκάθισε στη πέτρινη Παλλάδα
απάνω από τη πόρτα μου, γιομάτο σοβαρότη.
Κουνήθηκεν, εκάθις


ε και όχι τίποτ’ άλλο.

Το εβενόχρωμο πουλί που σοβαρό καθόταν

τη λυπημένη μου ψυχή έκανε να γελάσει.
«Χωρίς λοφίο», ρώτησα, «κι αν είν’ η κεφαλή σου
δεν είσαι κάνας άνανδρος, αρχαϊκό κοράκι,
που κατοικείς στις πένθιμες ακρογιαλιές της Νύχτας;
Στ’ όνομα της Πλουτωνικής της Νύχτας, τ’ όνομά σου!»
Και το κοράκι απάντησε:

«Ποτέ από ‘δω και πια».


http://www.mixanitouxronou.gr/blog/2012/01/29/357-poe

Δεν υπάρχουν σχόλια: